ΤΡΑΝΤΑΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΔΕΝΔΡΟ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΚΕΝΤΡΙΚΟΤΗΤΑΣ
Thomas Arentzen

Χαίρε, δένδρον ευσκιόφυλλον, υφ’ ου σκέπονται πιστοί
Χαίρε, Ξύλον μακάριον. –
Τιμίου Σταυρού Ακαθίστου Ύμνου Ακολουθία
Κάνοντας βόλτες γύρω απ’ το χριστουγεννιάτικο δέντρο στη μικρή μου Νορβηγική κωμόπολη, έφερα στο νου μου πως ο χριστιανικός κόσμος είναι γεμάτος από δέντρα. Όχι μονάχα έλατα ασφαλώς, όχι πρωτίστως πάντως. Ωστόσο το έλατο μου προκάλεσε εκείνη τη στιγμή, αυτό που θα μπορούσα να αποκαλέσω δενδρόβια διαύγεια, διότι οι κορμοί ξεπετάγονται παντού γύρω μας. Μόλις δημιουργήθηκε ο άνθρωπος, ο Θεός τοποθέτησε το γήινο αυτό πλάσμα ανάμεσα σε φύλλα και κλαδιά. Το Δένδρο της Ζωής βρισκόταν στο κέντρο της αρχέγονης πραγματικότητας, ως πηγή ζωτικής δύναμης. Απ’ την άλλη πλευρά, μετά την Πτώση, αναδύθηκε το Δένδρο του Σταυρού, φέροντας τον καρπό της Σωτηρίας. Η σύνδεσή τους διακόπτεται από ένα άλλο δένδρο, αυτό της γνώσης, του οποίου οι καρποί είναι θανατηφόροι. Η ιστορία είναι γνωστή σε κάθε χριστιανό, παρόλα αυτά, τείνουμε να ξεχνάμε ότι ο Χριστιανισμός είναι ουσιαστικά μια θρησκεία των δένδρων.
Οι πρώτοι χριστιανοί γνώριζαν καλά την εν λόγω ιστορία, επειδή θεωρούσαν τον Χριστό τον νέο Αδάμ και την Μαρία την νέα Εύα, ενώ παράλληλα, είδαν στον Σταυρό το νέο Δέντρο της Ζωής. Ο ίδιος ο Κύριος, καθώς περιπλανιόταν στους χωμάτινους δρόμους της γης, μιλούσε με δενδρικούς συμβολισμούς: «Ποτέ πια να μη φάει κανείς καρπό από σένα!» (Μκ. 11:14). Η συκιά Τον άκουσε και απάντησε χάνοντας τα φύλλα της, όπως αναφέρει ο ευαγγελιστής. Καθίσταται σαφές ότι ο Ιησούς ταυτιζόταν με τον φυτικό κόσμο. Αποκαλούσε τον εαυτό του το αληθινό κλήμα, ενώ τα κλαδιά ήταν οι μαθητές Του (Ιω. 15)· αναζητούσε κατάλληλες παρομοιώσεις μέσα απ’ τη φύση για να περιγράψει τη θεία πραγματικότητα: «Με τι να παρομοιάσουμε τη βασιλεία του Θεού ή με ποια παραβολή να την παραστήσουμε;» (Μκ. 4:30-31) ρωτούσε ρητορικά, δίνοντας την ακόλουθη απάντηση: «Μοιάζει με σπόρο σιναπιού, που όταν τον σπείρουνε στη γη είναι ο μικρότερος απ’ όλους τους σπόρους που σπέρνονται. Μετά τη σπορά, όμως, βλασταίνει και γίνεται μεγαλύτερο απ’ όλα τα λαχανικά. Κάνει τόσο μεγάλα κλαδιά, ώστε τα πουλιά να μπορούν να φωλιάζουν στη σκιά του» (Μκ. 4:31-32· Μτ. 13:31-32). Πουλιά πετούν ελεύθερα πάνω απ’ τα βλαστάρια, τα οποία συνεχώς μεγαλώνουν και ξεχειλίζουν απ’ τους χυμούς της Εκκλησίας.
Δεν έχω όμως σκοπό να επαναλάβω απλά τις ιστορίες της Αγ. Γραφής. Εκτός απ’ τις γνωστές παραβολές για τα δένδρα και τις αφηγήσεις που εκφράζονται στις ιερές γραφές, η Ορθόδοξη ιστορία είναι γεμάτη από βλάστηση, που αναπτύχθηκε και μπολιάστηκε με τη ζωή των ανθρώπων, καθώς και το αντίστροφο. Όπως έλεγε ο Γέροντας Αμφιλόχιος της Πάτμου: «Ο Θεός μας έδωσε μια ακόμη εντολή, η οποία δεν καταγράφεται στις Γραφές: ‘Αγαπάτε τα δένδρα!’. Όποιος δεν αγαπάει τα δένδρα […] δεν αγαπάει τον Θεό».[1]
Μια νέα φυτική Δημιουργία
Σύμφωνα με μια πρώιμη ποιητική παράδοση, εκδοχές της οποίας υπάρχουν σε συριακούς και ελληνικούς ύμνους, ο Αδάμ έζησε μαζί με τα δέντρα στον Παράδεισο. Όταν παραβίασε το θέλημα του Θεού και εκδιώχθηκε απ’ τον Παράδεισο, ακόμη και τα δέντρα έκλαιγαν και ούρλιαζαν, τότε εκείνος έτρεξε προς τις συκιές κι αυτές κοκκίνισαν βλέποντάς τον, ενώ έσπευσαν να τον ντύσουν με τα φύλλα τους. Τα άλλα δέντρα όμως του φώναζαν, αντηχώντας τα λόγια του Θεού: «Που είσαι Αδάμ;». Στολισμένος με φύλλα, ο πρωτόπλαστος έμοιαζε και ο ίδιος με δέντρο, ήταν λες και τούτο το πλάσμα ήταν κάτι μεταξύ δέντρου και ανθρώπου.
Ο θεολόγος και ποιητής Όσιος Εφραίμ ο Σύρος προσπάθησε να φανταστεί πως τα διάφορα δέντρα αλληλοεπιδρούσαν μεταξύ τους στην Εδέμ– ακόμη κι όταν ο Αδάμ δεν βρισκόταν εκεί:
Ίσως ετούτο το ευλογημένο δέντρο, το Δέντρο της Ζωής
είναι με τις ακτίνες του ο ήλιος του Παραδείσου
τα φύλλα του αστράφτουν και πάνω τους αποτυπώνονται
οι πνευματικές χάρες του Κήπου του Παραδείσου.
Τα δέντρα υποκλίνονται καθώς η αύρα τα ακουμπά
σαν να προσκυνούν ετούτο τον κυρίαρχο και βασιλέα των δέντρων
(Όσιος Εφραίμ ο Σύρος, Ύμνοι για τον Παράδεισο)
Τα υπόλοιπα δέντρα γύρω απ’ το Δέντρο της Ζωής εκφράζουν το σεβασμό τους, λυγίζοντας ελαφρά τα κλαδιά τους. Ο βασιλέας των δέντρων ακτινοβολεί και αστράφτει, καθώς τα φύλλα του τρεμοπαίζουν στην αέρινη αύρα. Ο Όσιος Εφραίμ έδωσε ιδιαίτερη προσοχή στα δέντρα του Παραδείσου και στη σχέση τους με τον Αδάμ. Ουσιαστικά, ο Σύρος άγιος επισημαίνει περισσότερο τη σχέση μεταξύ του Αδάμ και της φύσης, απ’ ότι την σχέση Αδάμ και Εύας. Πράγματι, ο Αδάμ νοιαζόταν για τα δέντρα κι αυτά τον φρόντιζαν, σύμφωνα τόσο με τους Έλληνες όσο και με τους Σύρους ποιητές.
Αγκαλιάζοντας τα δέντρα
Ορισμένοι υποθέτουν ότι το αγκάλιασμα των δέντρων αποτελεί μια συνήθεια που καθιερώθηκε με τον σύγχρονο περιβαλλοντισμό. Ας μου επιτραπεί να διαφωνήσω. Αρκεί μόνο ν’ αναφέρουμε τους δενδρίτες μοναχούς! Παρόλο που οι πηγές είναι λίγες, ενώ, κυριολεκτικά, οι κάτοικοι των δέντρων είναι κρυμμένοι στο πυκνό δάσος της ιστορίας· οι μαρτυρίες είναι αρκετές για να επιβεβαιώσουν ότι, έστω ένας μικρός αριθμών ποικίλων ασκητών έλκονταν από κλαδιά και κορμούς. Ο Ρώσος ερημίτης του 15ου αιώνα αγ. Τύχων εγκαταστάθηκε στα δάση της Καλούγκα, ενώ για αρκετά χρόνια ζούσε μέσα σε μια βελανιδιά, περιβεβλημένος απ’ το δέντρο. Μια χιλιετία νωρίτερα, ο Άγιος Δαυίδ της Θεσσαλονίκης σκαρφάλωσε στα κλαδιά μιας αμυγδαλιάς και παρέμεινε στην αγκαλιά της για τρία χρόνια. Ασφαλώς, ένας τέτοιος ασκητικός τρόπος ζωής σημαίνει ότι ήταν πολύ πιο εκτεθειμένος στις δύσκολες καιρικές συνθήκες απ’ ότι ο Τύχων, ωστόσο και οι δύο έλκονταν με διαφορετικό τρόπο από την αγκαλιά των δέντρων. Το ίδιο κι ένας ακόμη Βυζαντινός, ένας «πράσινος» νεοεισερχόμενος στον μοναχισμό, ο νεαρός Άγιος Λουκάς ο Στυλίτης, ο οποίος έβγαινε κρυφά απ’ το μοναστήρι αθέατος κάθε βράδυ, για να περάσει τη νύχτα αγκαλιά με ένα κούφιο δέντρο. Σύμφωνα με τον επίσκοπο του 12ου αιώνα Άγιο Ευστάθιο της Θεσσαλονίκης: «Οι δενδρίτες είναι τα κλαδιά του Δέντρου της Ζωής, που ανθίζουν εν αρετή, οι όμορφοι καρποί του Πνεύματος». Πράγματι ήταν άγιοι που πάνω τους μεγάλωναν κλαδιά.
Οι δενδρίτες εξήπταν τη φαντασία των αγιογράφων, αλλά υπενθυμίζουν επίσης στους χριστιανούς όλων των εποχών ότι πρέπει να μπολιάζονται για να μετέχουν στην πλούσια τροφή (βλ. Προς Ρωμαίους 11:17), επειδή υπάρχει κάτι ζωτικής σημασίας στα δέντρα για όλους εμάς. Η αγορά χριστουγεννιάτικων δέντρων για το σπίτι μας δεν είναι και ο πιο φιλικός περιβαλλοντικός τρόπος αντιμετώπισης των κωνοφόρων. Ίσως, τουλάχιστον, θα μπορέσουμε να δούμε σ’ αυτά, όπως σε έναν καθρέφτη, αμυδρά, μια αόριστη ανάμνηση της ταπεινής ανθρωπότητας, προσπαθώντας εκ νέου να προσεγγίσουμε λίγο περισσότερο τον φυσικό κόσμο. Στην Ορθοδοξία υφίστανται ακόμη παρεκκλήσια που στεγάζονται σε κορμούς, ιερά που βρίθουν από θάμνους, εικόνες που περιβάλλονται από την προστασία των βελανιδιών, αν και πλέον δεν μπορούμε να ισχυριστούμε ότι η φυτική ζωή θρηνεί για τους ανθρώπους, καθώς ελάχιστοι από εμάς νοιαζόμαστε για το φυσικό περιβάλλον.
Ο Αδάμ Ανένδυτος
Η νεωτερικότητα μας οδήγησε στην Ανθρωπόκαινο εποχή. Πρόκειται για ένα πολυσύχναστο μέρος. Οι επιστήμονες έδωσαν στην εποχή μας την εν λόγω ονομασία, διότι οι άνθρωποι έχουν πλημμυρίσει τη γη και οι επιπτώσεις λόγω της ανθρώπινης παρουσίας είναι συντριπτικές για ολόκληρο το οικοσύστημα. Κατ’ αυτόν τον τρόπο τα υπόλοιπα ζωικά είδη καθίστανται διακοσμητικά επιβιώνοντας υπό τη σκιά των βαβελικών δομών μας. Δεν είναι μόνο οι δρόμοι των πόλεων που είναι γεμάτοι. Ακόμη και σύμφωνα με το σύγχρονο χριστιανικό αφήγημα, τα δέντρα κόπηκαν για να κάνουν χώρο στους ανθρώπους. Οι δενδρώδεις πρωταγωνιστές κατέληξαν κομπάρσοι. Τα φύλλα συκιάς αποκόπτονται και καθίστανται υλικό στην ανθρώπινη εργαλειοθήκη για την κάλυψη της γύμνιας. Τα πάντα ανήκουν στα δίποδα όντα!
Ο π. Ιωάννης Χρυσαυγής γράφει στο βιβλίο του Creation as a Sacrament [Η Δημιουργία ως Μυστήριο] ότι: «Ο ανθρωποκεντρισμός είναι ένας γοητευτικός πειρασμός, στον οποίο όλοι έχουμε υποκύψει κάποια στιγμή και ο οποίος έχει επιβαρύνει αρνητικά την αντίληψη και την πρακτική μας» (σ. 153). Φαίνεται πως ο εν λόγω πειρασμός αυξάνεται όλο και περισσότερο. Αυτό που ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος έχει αποκαλέσει οικολογικό αμάρτημα δεν είναι μόνο το πέταγμα ενός σκουπιδιού στο έδαφος, αλλά κάτι που σχετίζεται με τον τρόπο με τον οποίοι εμείς οι άνθρωποι αντιλαμβανόμαστε τον εαυτό μας ως ανώτερο απ’ όλες τις άλλες μορφές ζωής, τις οποίες καταδικάζουμε σε μια σκιώδη ύπαρξη. Στα αρχαία ελληνικά η εν λόγω συμπεριφορά καλείται ύβρις (αλαζονεία, αυθάδεια, προπέτεια), όταν δηλαδή ένας άνθρωπος υπερβαίνει τα όριά του. Ορισμένοι μπορεί να την ονομάσουν πρόοδο. Ποιος χρειάζεται κλαίοντα φύλλα πλέον; Έχει πράγματι σημασία πώς επικοινωνούν τα φυτά; Μήπως δεν είναι η άποψη περί συγγένειας μεταξύ δέντρων και ανθρώπων απλώς μια φανταστική παρανόηση από μια εποχή κατά την οποία οι άνθρωποι ήταν λιγότερο ανεπτυγμένοι; Κατά την άποψή μου όχι. Πρέπει να «επιστρέψουμε στους πατέρες» όσον αφορά αυτό το ζήτημα, επειδή μπορούν να μας διδάξουν να ζούμε με τα δέντρα, ν’ αγαπάμε τα δέντρα, να βλέπουμε τον εαυτό μας σ’ αυτά και να ανακαλύπτουμε τα δέντρα εντός μας, καθώς περιπλανιόμαστε στα δάση και στους κήπους χαμένοι στις σκέψεις μας– αποπροσανατολισμένοι ίσως, αλλά και ελαφρώς πεινασμένοι, όπως πάντα…Που βρισκόμαστε; Που είσαι Αδάμ;
[1] Παρατίθενται εδώ Kallistow Ware, “Through Creation to the Creator,” in John Chryssavgis & Bruce V. Foltz (eds.), Toward an Ecology of Transfiguration: Orthodox Christian Perspectives on Environment, Nature, and Creation (New York, 2013), 86.
Ο Thomas Arentzen διευθύνει το ερευνητικό πρόγραμμα Beyond the Garden: An Ecocritical Approach to Byzantine Christianity [Πέρα από τον Κήπο του Παραδείσου: Μια Οικολογική κριτική προσέγγιση στον Βυζαντινό Χριστιανισμό] στο Πανεπιστήμιο της Ουψάλας. Είναι λέκτορας της Εκκλησιαστικής Ιστορίας (Πανεπιστήμιο Lund) και αναπληρωτής καθηγητής στο St Ignatios College της Θεολογικής Σχολής της Στοκχόλμης.
Η παρούσα ανάρτηση βασίζεται στο προσφάτως κυκλοφορηθέν βιβλίο Byzantine Tree Life: Christianity and the Arboreal Imagination [Η Ζωή των Δέντρων στο Βυζάντιο: Χριστιανισμός και η Φαντασία των Δέντρων] των Thomas Arentzen, Virginia Burrus & Glenn Peers (Palgrave Macmillan 2021).