Γιόγκα και Ορθοδοξία
Αριστοτέλης Παπανικολάου (Aristotle Papanikolaou)

Καθώς τα διάφορα ελληνικά κανάλια άρχισαν, τον τελευταίο καιρό, να δίνουν συμβουλές πως η γιόγκα μπορεί να είναι χρήσιμη για τη διαχείριση του άγχους που προκάλεσε ο COVID-19, η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδας αισθάνθηκε υποχρεωμένη να κάνει μια επίσημη δήλωση ότι η γιόγκα είναι «εντελώς ασυμβίβαστη με την Ορθόδοξη Χριστιανική πίστη και δεν έχει θέση στη ζωή των Χριστιανών» (δική μου έμφαση). Δεν είναι η πρώτη φορά που η Σύνοδος αποφάσισε να προειδοποιήσει για τους κινδύνους της γιόγκα, αφού έκανε μια παρόμοια δήλωση το 2015, αμέσως μετά τη ανακήρυξη της 21ης Ιουνίου ως Παγκόσμιας Ημέρας Γιόγκα από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας.
Είναι έξυπνη κίνηση να εκδώσει η Εκκλησία της Ελλάδας μια τέτοια ανακοίνωση σχετικά με τη γιόγκα; Και είναι η γιόγκα εντελώς ασυμβίβαστη με την Ορθόδοξη Χριστιανική πίστη;
Όχι μόνο δεν είναι έξυπνη, αλλά επί της ουσίας είναι ανεύθυνη, ειδικά με δεδομένη την αύξηση των επιστημονικών ενδείξεων πως η γιόγκα μπορεί να βοηθήσει εκείνους που υποφέρουν όχι μόνο από άγχος, αλλά και από ψυχικά τραύματα και ηθικές πληγές, που προκύπτουν ως αποτέλεσμα της έκθεσης σε κάποια μορφή βία. Οι νευρο-επιστήμονες έχουν ανακαλύψει ότι η πλαστικότητα του εγκεφάλου διαρκεί καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής. Αυτό σημαίνει ότι ο εγκέφαλος μπορεί, πράγματι, να ανασυγκροτηθεί και, παρόλο που η βία αφήνει ένα αποτύπωμα μακράς διαρκείας στο σώμα, δεν είναι υποχρεωτικά καθοριστική για το μέλλον του παθόντος. Οι νευρο-επιστήμονες ανακαλύπτουν ότι πνευματικές πρακτικές, όπως ορισμένες μορφές προσευχής, μπορούν να ανασυγκροτήσουν τον εγκέφαλο, επειδή, όπως εξηγεί ένας από τους πλέον ειδικούς στην αντιμετώπιση των ψυχολογικών τραυμάτων, ο Μπέσελ Βαν Ντερ Κολκ, στο βιβλίο του Το σώμα θυμάται τι έγινε: Το μυαλό, ο νους και το σώμα στη θεραπεία ψυχικών τραυμάτων [Bessel van der Kolk: The Body Keeps the Score: Brain, Mind, and Body in the Healing of Trauma], τέτοιου είδους πρακτικές επιτρέπουν «στο σώμα να έχει εμπειρίες που αντιτίθενται βαθιά στην αδυναμία, την οργή ή την κατάρρευση που προέρχονται από ψυχολογικά τραύματα». (σ. 3)
Μια τέτοια πρακτική, που αποδεικνύεται να είναι αποτελεσματική για την βοήθεια πασχόντων από ψυχικά τραύματα, είναι η γιόγκα. Ο Βαν Ντερ Κολκ αναφέρει έρευνες που καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι «δέκα εβδομάδες ασκήσεων γιόγκα περιόρισαν σε σημαντικό βαθμό τα συμπτώματα του μετα-τραυματικού στρες (PTSD), σε ασθενείς που απέτυχαν να ανταποκριθούν σε οποιαδήποτε αγωγή, φαρμακευτική ή άλλη» (σ. 207). Μετά από έλεγχο 60 περιπτώσεων, ο βαν ντερ Κολκ εξηγεί ότι «έγινε σαφές ότι άνθρωποι που πάσχουν από μετα-τραυματικό στρες διαθέτουν ασυνήθιστα χαμηλή μεταβλητότητα του καρδιακού ρυθμού. Με άλλα λόγια, στην περίπτωση του μετα-τραυματικού στρες το συμπαθητικό και το παρασυμπαθητικό νευρικό σύστημα είναι εκτός συγχρονισμού. Επιβεβαιώσαμε ακόμη ότι άλλο ένα ρυθμιστικό σύστημα του εγκεφάλου δεν λειτουργούσε όπως έπρεπε. Η αποτυχία να διατηρηθεί αυτό το σύστημα σε ισορροπία εξηγεί γιατί τα άτομα με ψυχικά τραύματα είναι τόσο ευάλωτα, ώστε να αντιδρούν με υπερβολικό τρόπο σε σχετικά ασήμαντες εντάσεις: τα βιολογικά συστήματα που προορίζονται να μας βοηθούν να αντιμετωπίζουμε τα απρόοπτα της ζωής αποτυγχάνουν να διαχειριστούν τις προκλήσεις» (σ. 267). Και προσθέτει ότι «οι επιστημονικές μέθοδοι έχουν επιβεβαιώσει ότι αλλάζοντας κανείς τον τρόπο που αναπνέει, μπορεί να βελτιώσει προβλήματα θυμού, κατάθλιψης και άγχους και ότι η γιόγκα μπορεί να επηρεάσει θετικά ευρύτερα ιατρικά προβλήματα, όπως την υψηλή πίεση, την αυξημένη έκκριση κορτιζόλης (της ορμόνης που σχετίζεται με το άγχος), το άσθμα και τους πόνους στη μέση» (σσ. 268-269). Εν τέλει, επειδή όσοι υποφέρουν από τραύματα συχνά αποκόπτονται από τις αισθήσεις στο σώμα τους και αυτή η αποκοπή τους εμποδίζει να ενσωματώσουν σωστά και υγιεινά τις μνήμες και τις εμπειρίες του τραύματος, ο Βαν Ντερ Κολκ λέει ότι «είκοσι εβδομάδες πρακτικής γιόγκα αύξησαν την ενεργοποίηση του βασικού αυτο-συστήματος του εγκεφάλου, του νησιωτικού φλοιού και του διάμεσου προμετωπιαίου φλοιού. Η έρευνα αυτή απαιτεί περισσότερη δουλειά, αλλά ανοίγει νέες προοπτικές για το πώς πράξεις που περιλαμβάνουν την παρατήρηση και την ενσωμάτωση των αισθήσεων στο σώμα μας, μπορούν να προκαλέσουν έντονες αλλαγές τόσο στον νου όσο και στον εγκέφαλο, που με τη σειρά τους οδηγούν στη θεραπεία από τα ψυχικά τραύματα» (σ. 275).
Το γεγονός ότι η γιόγκα αποδεικνύεται τόσο χρήσιμη σε όσους έχουν υποστεί ψυχικό τραύμα –παιδική κακοποίηση, βιασμό, πολεμική βία– σημαίνει ότι η πρόσφατη δήλωση της Ιεράς Συνόδου της Ελλάδας που απαγορεύει την εξάσκηση της γιόγκα είναι πολύ επικίνδυνη, καθώς στερεί τα θύματα ψυχικών τραυμάτων από μια πρακτική που αποδεικνύεται αποτελεσματική για την θεραπεία του τραύματος, στο βαθμό που βοηθά την ανασυγκρότηση του εγκεφάλου και της αίσθησης του εαυτού στα συναισθήματα και τις σωματικές αισθήσεις. Ίσως να αντιτείνει κανείς ότι οι Ορθόδοξοι έχουν τις δικές τους πνευματικές πρακτικές που θα μπορούσαν να βοηθήσουν στο τραύμα. Οι πρόσφατες μελέτες για τη γιόγκα θα έπρεπε να προκαλέσουν περισσότερη έρευνα σχετικά με τις σωματικές επιπτώσεις των διαφόρων ορθόδοξων πνευματικών πρακτικών, όπως η νοερά προσευχή, για τη θεραπεία των επιπτώσεων της βίας. Το πρόβλημα είναι ότι η Σύνοδος έκρινε απαραίτητο να κάνει μια δήλωση χωρίς καμία γνώση αυτών των επιστημονικών στοιχείων και χωρίς πραγματική εναλλακτική λύση που να υποστηρίζεται από επιστημονικά ευρήματα.
Είναι η γιόγκα απολύτως ασυμβίβαστη με την Ορθόδοξη Χριστιανική πίστη; Αυτή η λογική της ασυμβατότητας δεν είναι καινούργια. Η Σύνοδος υποστηρίζει αυτήν την απόλυτη ασυμβατότητα επειδή η γιόγκα είναι μια «θεμελιώδης» πρακτική του Ινδουισμού, και πολλοί σύγχρονοι Ορθόδοξοι χρησιμοποιούν μια τέτοια λογική σε διάφορες περιπτώσεις: επειδή προέρχεται από τον φεμινισμό, επειδή προέρχεται από τον Διαφωτισμό, επειδή προέρχεται από τον φιλελευθερισμό, επειδή προέρχεται από την αθεϊστική ψυχολογία, επειδή προέρχεται από τον Δυτικό Χριστιανισμό – και ούτω καθ’ εξής. Η ιδέα είναι ότι μόνο αυτό που προέρχεται αμιγώς μέσα από την Ορθοδοξία είναι αποδεκτό.
Αλλά το πρόβλημα είναι ότι αυτή η λογική ασυμβατότητας, η οποία είναι πραγματικά μια λογική καθαρότητας, δεν είναι ούτε ιστορικά ούτε θεολογικά υπερασπίσιμη. Ιστορικά, δεν υπάρχει τίποτα μοναδικό στον Χριστιανισμό, με εξαίρεση το γεγονός της ίδιας της Ενσάρκωσης. Στη λειτουργία, τη θεολογία και τις ασκητικές πρακτικές, υπάρχουν άφθονες ενδείξεις ότι ο χριστιανισμός αναπτύχθηκε οικειοποιούμενος προϋπάρχουσες πρακτικές και τρόπους σκέψης. Με άλλα λόγια, οι Χριστιανοί αναγνώρισαν καλά πράγματα στον κόσμο γύρω τους και αφομοίωσαν αυτές τις πρακτικές και τους τρόπους σκέψης μέσα στο πλαίσιο της πίστης τους στον θάνατο και την ανάσταση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Μια τέτοια ιδέα εμφανίζεται ήδη στον Απόστολο Παύλο που λέει «ὅσα ἐστὶν ἀληθῆ, ὅσα σεμνά, ὅσα δίκαια, ὅσα ἁγνά, ὅσα προσφιλῆ, ὅσα εὔφημα, εἴ τις ἀρετὴ καὶ εἴ τις ἔπαινος, ταῦτα λογίζεσθε» (Φιλ. 4:8). Ο Απόστολος Παύλος αναγνώρισε ακόμη και ότι οι Έλληνες δωδεκαθεϊστές βρίσκονταν στο σωστό δρόμο καθώς λάτρευσαν και τον «Άγνωστο Θεό» (Πρξ. 17:23), για να μην αναφέρουμε ότι πολλοί πατέρες της Εκκλησίας επιβεβαιώνουν ότι πολλές φιλοσοφικές αλήθειες για τον Θεό είχαν ήδη αναπτυχθεί μέσα στην Ελληνική φιλοσοφία.
Η λογική της απόλυτης ασυμβατότητας είναι επίσης θεολογικά ασυμβίβαστη με τη χριστιανική πίστη στην Ενσάρκωση και εκφράζει περισσότερο μια δυϊστική άποψη του κόσμου, που συναντά κανείς, παραδόξως, στον Γνωστικισμό, τον Μανιχαϊσμό και τον Σαβελιανισμό. Μια λογική της Ενσάρκωσης δεν βλέπει τον κόσμο μέσα από διλήμματα τύπου «ή αυτό ή εκείνο». Μια τέτοια λογική επιβεβαιώνει με εμπιστοσύνη την Ενσάρκωση του Θεού στον Χριστό, και ακριβώς εξαιτίας αυτού του γεγονότος, μπορεί να αναγνωρίσει τι είναι καλό και θεοπρεπές και σε άλλες μορφές σκέψης, φιλοσοφίας και θρησκευτικής πρακτικής.
Τι θα μπορούσε πει η Σύνοδος; Θα μπορούσε πολύ απλά να δηλώσει ότι εάν οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί πρόκειται να κάνουν γιόγκα, θα πρέπει να δοκιμάσουν να το κάνουν έχοντας στο μυαλό τους τον Ιησού Χριστό· θα μπορούσαν να λένε την νοερά προσευχή σε συγχρονισμό με τους αναπνευστικούς ρυθμούς της γιόγκα (η αναπνοή είναι μέρος των ασκήσεων της γιόγκα, όπως είναι μέρος και της νοεράς προσευχής και άλλων πρακτικών διαλογισμού της Άπω Ανατολής). Οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί θα ’πρεπε να θυμούνται ότι ο στόχος της χριστιανικής ζωής είναι η θέωση –η κοινωνία ανάμεσα στο ανθρώπινο και το θείο– και ότι η σωματική άσκηση είναι ένα εργαλείο για να κάνουμε τα σώματά μας πιο διαθέσιμα να δεχτούν την παρουσία του Χριστού μέσα μας· και θα ’πρεπε να δουν τις ασκήσεις της γιόγκα σαν ευκαιρία για να μάθουν περισσότερα για την πλούσια και όμορφη πνευματικότητα της δικής τους Ορθόδοξης πίστης. Μια τέτοια προσέγγιση θα ήταν πολύ πιο ευεργετική από μια γενική καταδίκη, που παρατηρείται πολύ συχνά, ως αντίδραση, στη σύγχρονη Ορθόδοξη Εκκλησία. Και καταδικάζοντας τη γιόγκα, η Σύνοδος αποξενώνει πάρα πολλούς πιστούς της, ενώ ιδιαιτέρως στερεί εκείνους που υφίστανται ψυχικά τραύματα από μια πρακτική που θα μπορούσε να τους βοηθήσει να βιώσουν αυτό που ο Άγιος Παύλος θεωρεί ότι είναι «καρπὸς τοῦ πνεύματος· […] ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθωσύνη, πίστις» (Γαλ. 5:22). Η θεραπεία πολλών, που έχει αποδειχθεί ότι είναι αποτέλεσμα της γιόγκα, μπορεί ακόμη και να βοηθήσει εκείνους τους Ορθόδοξους Χριστιανούς που έχουν βιώσει τραύματα να πιστέψουν πραγματικά ότι «οὔτε θάνατος οὔτε ζωὴ οὔτε ἄγγελοι οὔτε ἀρχαὶ οὔτε ἐνεστῶτα οὔτε μέλλοντα οὔτε δυνάμεις οὔτε ὕψωμα οὔτε βάθος οὔτε τις κτίσις ἑτέρα δυνήσεται ἡμᾶς χωρίσαι ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ θεοῦ τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ κυρίῳ ἡμῶν» (Ρωμ 8:38-39).
Μια Ορθόδοξη Χριστιανική προσέγγιση στον Άλλο σημαίνει ότι δεν βιαζόμαστε να καταδικάσουμε. Σημαίνει ότι προσπαθούμε να βρούμε πάντα το καλό στο Άλλο και το ενσωματώνουμε σε αυτό που έχουμε βιώσει με εμπιστοσύνη ότι είναι η πληρότητα της εν Χριστώ αλήθειας. Ως Ορθόδοξος Χριστιανός, κάνω γιόγκα και θα συνεχίσω να κάνω, βλέποντας την όχι ως δρόμο προς τη Νιρβάνα, αλλά ως τρόπο να επηρεάζω το σώμα μου ελπίζοντας να επιδείξω τις αρετές, οι οποίες, όπως λέει ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, είναι ακριβώς η ενσάρκωση του Χριστού στο σώμα μας (Απορίες 7).
Ο Αριστοτέλης Παπανικολάου είναι Καθηγητής Ορθόδοξης θεολογίας και πολιτισμού στην Έδρα «Αρχιεπίσκοπος Δημήτριος» του Πανεπιστημίου Fordham και συν-διευθυντής του Κέντρου Ορθόδοξων Χριστιανικών Σπουδών του ίδιου Πανεπιστημίου.